Κυριακή 16 Νοεμβρίου 2008

ΑΝΘΡΩΠΟΣ, ΠΡΟΣΩΠΟ, ΟΝΟΜΑ. ΜΙΑ ΠΡΩΤΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΙΣ

Ὁ προβληματισμὸς μας μὲ ἀφορμὴ τὸ γεγονὸς τοῦ θανάτου νομίζω κατ᾿ ἀνάγκην μᾶς ὁδηγεῖ στὸ συμπέρασμα τῆς μοναδικότητος τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου. Ὁ ἄνθρωπος εἶναι μοναδικὸς. «Οὐδεὶς ἀναντικατάστατος», λέμε, ἀλλὰ ὡς πρὸς τὸν ἑκάστοτε κοινωνικὸ ρόλο γιὰ τὸν περιορισμὸ τοῦ ἐγωϊσμοῦ καὶ τὴν ἀποφυγὴ τῆς ἐπάρσεως. Τὸ πρόσωπο ὅμως εἶναι μοναδικὸ καὶ τοῦτο, ὄχι γιατὶ αὐτὸ ὑποστηρίζουν οἱ σοφοὶ ἤ δογματίζουν οἱ Πατέρες ἀλλὰ γιατὶ αὐτὸ προκύπτει ἀπὸ τὴ ζωὴ. Ὑπ᾿ αὐτὴ τὴν ἔννοια ἐξ ἄλλου ὁμιλοῦν οἱ σοφοὶ καὶ δογματίζουν οἱ Πατέρες καὶ ἀναφέρεται ἡ Ἐκκλησία καθὼς ὁμιλεῖ γιὰ τὴν ἀξία τοῦ προσώπου. Αὐτὸ δὲ τὸ κατανοοῦμε τραγικὰ ὅταν χάνουμε «δικὸν μας» ἄνθρωπο.
Μιὰ ἀπὸ τὶς ἀπαιτήσεις ποὺ θέτει ὁ σύγχρονος ἄνθρωπος εἶναι ἡ ἐλευθερία τοῦ προσώπου. Ποικίλες ἐξαρτήσεις ὑποσκάπτουν τὴν ἐλευθερία. Δὲν εἶναι ὅμως μόνον οἱ ἐξαρτησιογόνες οὐσίες ποὺ καταστρέφουν τὴν ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλὰ καὶ οἱ παντὸς εἴδους ἱδεολογίες, ἱδεοληψίες καὶ φανατισμοί, ἡ ἐξουσιαστικὴ δυναστεία τῆς εἰκόνας ποὺ λειτουργεῖ σήμερα ὡς τὸ ὅπιο τοῦ λαοῦ, ἡ λογικοκρατία καὶ ἡ αἰσθησιοκρατία ποὺ δὲν ἀφίνουν τὸν ἄνθρωπο νὰ ἐνεργῇ ὡς ἐλεύθερο ὅν, ἡ δουλεία στὸ γονιδίωμα καὶ γενικότερα σὲ κάθε τι ποὺ ἐνεργεῖ ντετερμινιστικὰ-αἰτιοκρατικὰ καὶ καταστρατηγεῖ τὴν ἐλευθερία τοῦ προσώπου.
Ἔτσι κατανοεῖται ὡς διχαστικὴ καὶ δυναστευτικὴ γιὰ τὴν ἀνθρώπινη προσωπικότητα καὶ τὴν κοινωνία ἡ διδασκαλία περὶ ἀτομικῶν δικαιωμάτων καθώς, ἐρμηνεύοντας ἐντελῶς μηχανιστικὰ τὸ μυστήριο τῆς ζωῆς καὶ τῆς ὑπάρξεως τοῦ ἀνθρωπίνου ὄντος, εἰσάγει τὸ ἀπόλυτο καὶ ἀμετάκλητο ὡς πρὸς τὴν εὐθύνη γιὰ τὴν κοινωνικὴ συμπεριφορὰ, ἀγνοεῖ ὡς ἀνοησία τὴν ἀγάπη καὶ ἀρνεῖται στὴν οὐσία τὴν εὐκαιρία τῆς μετανοίας ὡς μεταβολῆς τρόπου σκέψεως, δηλαδὴ νοοτροπίας, ἐπιφέρει ἀνεπαίσθητα σύγχυσι καὶ ὑπεισάγει ἀλλότρια νοήματα στὴ διαδικασία τῆς σκέψης, εἰσάγει τὸν ἀνταγωνισμὸ τοῦ ἀτόμου πρὸς τὴν κοινωνία καθὼς εἰσηγεῖται τὴν πρωτεραιότητα τοῦ ἀτομικοῦ συμφέροντος, ἐγκλωβίζει κατὰ τοῦτο τὸ πνεῦμα σ᾿ ἕνα φαῦλο κύκλο ὑπερτονὶζοντας θεωρητικὰ τὰ ἀτομικὰ δικαιώματα ἀλλὰ ταυτὸχρονα ἀπαξιώνοντας τὸ ἀνθρώπινο πρόσωπο, ἐξορίζοντας ἀπὸ τὴν ζωὴ καὶ τὴν ἱστορία τοῦ ἀνθρώπου τὸν Θεὸׁ λογικὴ συνέπεια ἡ, στὴ διάρκεια τῆς ἱστορίας, καταπάτησις ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο κάθε ἐννοίας τῆς ἐλευθερίας εἰς τὸ ὅνομα τῆς ἐλευθερίας, κάθε ἐννοίας τῆς θρησκείας εἰς τὸ ὅνομα τῆς θρησκείας.
Διαπιστώνεται κατ᾿ αὐτὸν τὸν τρόπο ἡ οὐσία τῆς διαφορᾶς ὅτι ἐνὼ τὸ ἄτομο ἔχει ἀριθμὸ, τὸ πρόσωπο ἀπ’ ἐναντίας ἔχει ὅνομα.
Ἡ Ἐκκλησία μὲ τὴν ἐξ ἀποκαλύψεως διδασκαλία της περὶ τῆς σωτηρίας τοῦ ἀνθρώπου ἀπευθύνεται πρὸς αὐτὸν ὡς πρόσωπο, ὡς εἰκόνα δὲ τοῦ προσωπικοῦ Θεοῦ ὁ ὁποῖος ἔχει ὅνομα τὸ ὑπὲρ πᾶν ὅνομα, ὁ ἄνθρωπος λαμβάνει, κατὰ τὴν 8η ἀπὸ τῆς γεννήσεώς του ἡμέρα, ὅνομα τὸ ὁποῖο λέγεται καὶ στὸ Ἱερὸ Βάπτισμα. Σὲ μὶα δὲ εὐχὴ ποὺ ἀναγιγνώσκεται κατὰ τὴν ἀκολουθία τοῦ ὄρθρου ὁ ἱερέας εὔχεται «…μνήσθητι Κύριε πάντων κατ᾿ ὅνομα…» καὶ στὴν προσκομιδὴ μνημονεύονται ὁνόματα «ζώντων τε καὶ τεθνεώτων». Ἀληθῶς δὲ, δὲν εἶναι τὸ ἄτομο ποὺ συμπάσχει, συμπονεῖ, ἀνέχεται, κατανοεῖ, λυπεῖται, συστενάζει, συγχωρεῖ, κλαίει, ἀλλὰ τὸ πρόσωπο. Ὁλα τοῦτα, ποὺ κατατίθενται σὲ ἀπὸ κοινοῦ προβληματισμὸ, ἀλλὰ καὶ ἄλλα πολλὰ τὰ ὁποῖα εἶναι εὔκολο νὰ συμπεράνῃ ὁ εὐσεβὴς μέσα ἀπὸ τὴ ζωὴ, συντείνουν στὴν κατανόησι τῆς ἐννοίας τοῦ προσώπου καὶ ὁδηγοῦν κατ’ ἐπέκτασιν στὴ συνειδητοποίησι τῆς ἀλήθειας τῆς διδασκαλίας τῆς ἐκκλησίας περὶ τῆς ὑπάρξεως τῆς ψυχῆς καὶ τῆς ἀθανασίας της.

Δεν υπάρχουν σχόλια: